Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΔΑΝΕΙΑΚΉ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Του Επισμηναγού (Ι) ε.α. Γεωρ. Β. Κασσαβέτη
Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΔΑΝΕΙΑΚΉ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Από τη Σκύλλα των Εβραίων Αδελφών Ricardo
Στη Χάρυβδη της Τρόικα και του ΔΝΤ
Ο Antam Smith έλεγε, « με δύο τρόπους μπορείς να κατακτήσεις ένα έθνος. Με το δόρυ και με το χρέος». Και η χώρα μας σήμερα, ας μη γελιόμαστε, είναι υπόδουλη των τοκογλύφων της Τρόικα και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Τι αξία λοιπόν έχει αν τυπικά είμαστε ελεύθεροι, όταν στην ουσία είμαστε μια πτωχευμένη χώρα, η οποία έχει χάσει την αυτοκυριαρχία της, σε σημείο οι τοκογλύφοι να ελέγχουν και τις δαπάνες της εθνικής της αμύνης;
Ο δανεισμός της χώρας, δυστυχώς, δεν αποτελεί σύμπτωμα της εποχής μας. Άρχισε από τα πρώτα χρόνια της επαναστάσεως του 1821 για τις ανάγκες του αγώνα. Ενώ όμως τότε ο δανεισμός είχε απόλυτη δικαιολογητική βάση, προϊόντος του χρόνου κατέστη «τακτικό έσοδο του κράτους και ταυτόχρονα δυσβάστακτο έξοδο». Ας παρακολουθήσουμε όμως τη δανειακή πορεία της χώρας και τις διαχρονικές πρακτικές των τοκογλύφων, αλλά και των διαχειριστών των δανείων.
Τον Απρίλιο του 1823 η ορισθείσα, από την Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους, Επιτροπή, για τη σύνταξη ενός πρόχειρου προϋπολογισμού, παρέδωσε την έκθεσή της, σύμφωνα με την οποία η οικονομική κατάσταση του νεοσύστατου κράτους ήταν τραγική. Ενώ δηλαδή τα έξοδά του υπολογίζοντο στα 38 εκατομμύρια γρόσια, τα έσοδα ανήρχοντο μόνο στα 12 εκ. γρόσια. Με δεδομένο ότι η επανάσταση βρισκόταν σε πολύ κρίσιμο σημείο, η Επιτροπή εισηγείτο σφικτότερη διαχείριση του δημοσίου χρήματος από τους τοπικούς άρχοντες και παράλληλα εξωτερικό δανεισμό.
Τον Ιούνιο του 1823 η Κυβέρνηση (Εκτελεστικό) εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη να μεταβούν στο Λονδίνο για τη σύναψη δανείου ύψους 4.000.000 ισπανικών ταλίρων. Δυστυχώς, λόγω ελλείψεως των εξόδων του ταξιδιού, η Επιτροπή μετέβη στο Λονδίνο στις 26 Ιανουαρίου του 1824 και αφού τα έξοδα καλύφθηκαν από δάνειο που παρέσχε ο Λόρδος Βύρων. Το δάνειο που κατάφερε να συνάψει η Επιτροπή ανήρχετο στο ποσό των 800.000 λιρών Αγγλίας, με τους εξής επαχθέστατους όρους. Το πληρωτέο ποσό θα ανήρχετο στο 59% του συμφωνηθέντος, ήτοι 472.000 λίρες, το επιτόκιο ήταν 5%, η προμήθεια 3%, τα ασφάλιστρα 1.5% και η περίοδος αποπληρωμής 36 χρόνια. Ως υποθήκη για την αποπληρωμή του δανείου είχαν τεθεί τα δημόσια έσοδα και τα δημόσια κτήματα. Και τι ποσό έφθασε τελικά στην επαναστατημένη χώρα; Μόνο 298.000 λίρες. Διότι από το ποσό των 472.000 λιρών παρακρατήθηκαν τόκοι δύο ετών , ήτοι 80.000 λίρες, τοκοχρεολύσια 16.000 λίρες, προμήθεια 2.000 λίρες και άλλες δαπάνες. Και ποιες ήταν αυτές οι άλλες δαπάνες; Η πολυτελής διαβίωση των μελών της Επιτροπής κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στο Λονδίνο.
Τον Ιούλιο του 1824, λίγες εβδομάδες μετά την καταστροφή της Κάσου και των Ψαρών, αποφασίστηκε η σύναψη και νέου δανείου, ύψους δύο εκατομμυρίων χρυσών λιρών από την Αγγλική τράπεζα των Εβραίων αδελφών Ιακώβου και Σαμψών Ρικάρντο. Διαπραγματευτές και του νέου δανείου ήσαν ο Λουριώτης και ο Ορλάνδος. Για να καλυφθούν οι επισφάλειες των Άγγλων πιστωτών το δάνειο συμφωνήθηκε στο 55% της ονομαστικής του αξίας, το οποίο σήμαινε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα ελάμβανε το ποσό του ενός εκατομμυρίου εκατό χιλιάδων (1.100.000) χρυσών λιρών, ενώ η χώρα θα πλήρωνε τόκους για τα 2 εκ. λίρες. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Από το ποσό αυτό παρακρατήθηκαν προκαταβολικά, 284.000 λίρες για τους τόκους δύο ετών, 68.000 λίρες ως μεσιτικά, 212.000 λίρες για την αναχρηματοδότηση του πρώτου δανείου, 160.000 λίρες για την παραγγελία έξι ατμοκίνητων πλοίων , από τα οποία μόνο τρία έφθασαν στην Ελλάδα και 155.000 λίρες για την ναυπήγηση δύο φρεγατών στις ΗΠΑ, εκ των οποίων μόνο μία «ΕΛΛΑΣ» ήλθε στην Ελλάδα μετά την επανάσταση και την οποία έκαψε ο Ανδρέας Μιαούλης με τα ίδια του τα χέρια στο λιμάνι του Πόρου την 1η Αυγούστου του 1831, όταν επαναστάτησε κατά του Καποδίστρια και τα κυβερνητικά στρατεύματα επεχείρησαν να καταλάβουν τον επαναστατημένο στόλο.
Από το εναπομείναν ποσό του δανείου διετέθησαν ακόμη, 13.700 λίρες για συμβολαιογραφικά έξοδα, 37.000 λίρες για τη μισθοδοσία του φιλέλληνα Κόχραν και το κερασάκι στην τούρτα, 15.487 λίρες για έξοδα των συμπατριωτών μας διαπραγματευτών. Και πόσα περίσσεψαν για τις ανάγκες του αγώνος; Μόλις και μετά βίας 590.813 χιλιάδες λίρες. Το ποσό αυτό κατατέθηκε σε τράπεζα της Ζακύνθου, η οποία τότε τελούσε υπό την κυριαρχία των Άγγλων, η δε εκταμίευση γινόταν τμηματικά και πάντοτε υπό την έγκριση της τριμελούς επιτροπής, η οποία αποτελείτο από τον Λόρδο Βύρωνα, τον Συνταγματάρχη Στάνχοπ και τον Λάζαρο Κουντουριώτη. Αλλά και κάτω απ’ αυτή την κλεψύδρα της εκταμιεύσεως ας μη νομίσουν μερικοί ότι τα χρήματα αυτά κατευθύνοντο για τις ανάγκες του αγώνος. Διότι τόσο οι πολιτικοί με τις πελατειακές τους υποχρεώσεις όσο και οι οπλαρχηγοί με την πλασματική αύξηση των οπλιτών τους – κάτι ανάλογο με τα δηλούμενα υπό των γεωργών μας στρέμματα για την είσπραξη των επιδοτήσεων - εύρισκαν τον τρόπο να εκταμιεύουν χρήματα του δανείου για ίδιες ανάγκες..
Για να αντιληφθεί κανείς τις πραγματικές οικονομικές συνθήκες, τις οποίες βίωνε η χώρα αυτή την περίοδο, αναφέρουμε και το εξής. Όταν το 1826 ανέλαβε τη διακυβέρνηση του νεοσύστατου κράτους ο Ανδρέας Ζαΐμης βρήκε στα κρατικά ταμεία μόνο 16!! γρόσια, δηλαδή κάτι λιγότερο από μια λίρα. Αυτή λοιπόν είναι και η πρώτη περίοδος χρεοκοπίας στην ιστορία της χώρας και κάτω απ’ αυτές τις οικονομικές συνθήκες διεξήχθη ο αγώνας της απελευθερώσεώς της από τον Τουρκικό ζυγό. Αν σ’ αυτές προσθέσουμε και την εμφύλια σύρραξη των ετών 1823-1825, κατά την οποία οι πολιτικοί , αντί των Τούρκων, πολεμούσαν τους στρατιωτικούς, με αποκορύφωμα τη φυλάκιση του θρυλικού Αρχιστρατήγου της Πελοποννήσου Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, τότε ευλόγως διαπορεί κανείς πως απελευθερώθηκε αυτή η χώρα.
Την ίδια σχεδόν τύχη με τα δύο προηγούμενα είχε και το τρίτο δάνειο των 60 εκατομμυρίων Γαλλικών φράγκων, που συνήψε η χώρα μετά την ενθρόνιση του Όθωνα, με την εγγύηση των τριών μεγάλων δυνάμεων. Πιο συγκεκριμένα από το συμφωνηθέν ποσό μόνο το 14.2% εισέπραξε η χώρα. Διότι το 57% παρακρατήθηκε από την τράπεζα, η τρίτη δόση των 20 εκατ. φράγκων δεν ήλθε ποτέ στην Ελλάδα και τα υπόλοιπα σπαταλήθηκαν από την Αντιβασιλεία για τα έξοδα του Βαυαρικού Στρατού. Έτσι φτάσαμε στη δεύτερη χρεοκοπία της χώρας το 1843.
Η Τρίτη χρεοκοπία ήλθε επί των ημερών του Χαριλάου Τρικούπη. Ο Χαρ. Τρικούπης, ο οποίος αδιαμφισβήτητα υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες πολιτικές προσωπικότητες που ανέδειξε ποτέ η χώρα, απεδείχθη ο πρωταθλητής του δανεισμού, αφού χρεώνεται με το 58.4% του εξωτερικού δανεισμού, ήτοι 450 εκ. γαλλικά φράγκα. Το αποτέλεσμα ήταν το 1898 να αναφωνήσει το γνωστό πλέον «δυστυχώς επτωχεύσαμε», η Ελλάδα να τεθεί υπό τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο και για την αντιμετώπιση της καταστάσεως να της δοθεί δάνειο ύψους 150 εκ. γαλλικών φράγκων, ότι ακριβώς γίνεται σήμερα με την τρόικα και το ΔΝΤ. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι το 62% του δανείου αυτού δόθηκε για αποζημίωση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, για τις ζημίες που της προκαλέσαμε, κατά τον ατυχή εκείνον πόλεμο του 1897, κατά τον οποίο αγωνιστήκαμε να καταλάβουμε τα πάτρια εδάφη μας, που εκείνη παρανόμως κατείχε. Έτσι δυστυχώς προσδιορίζεται το δίκαιο του ισχυρού.
Ο διαχρονικός δανεισμός της χώρας όμως δεν οφείλεται μόνο στους απελευθερωτικούς αγώνες της και την εξυπηρέτηση προηγουμένων δανείων της, αλλά έχει και την ευτράπελη πλευρά της, η οποία μάλλον δεν είναι για γέλια, αλλά για κλάματα. Παρακολουθήστε την. Το 1913 ο ελληνικός στρατός με μεγάλες απώλειες κατόρθωσε να καταλάβει τη στρατηγικής σημασίας σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης- Κωνσταντινουπόλεως. Όμως παρά το γεγονός ότι η γραμμή αυτή αφ’ ενός μεν κατελήφθη από τον ελληνικό στρατό και αφ’ ετέρου βρισκόταν σε ελληνικά εδάφη οι καλοί «σύμμαχοί μας» Γάλλοι θεώρησαν ότι , στα πλαίσια της συμμαχικής μοιρασιάς, τους ανήκει. Προ της απολύτως δικαιολογημένης ελληνικής αντίδρασης μας πρότειναν να την αγοράσουμε. Και επειδή εμείς ήμασταν μια ζωή «ταπί και ψύχραιμοι» μας εξασφάλισαν και το δάνειο των 8 εκ. δολαρίων Καναδά, με το οποίο εξαγοράσαμε τον έλεγχο της σιδηροδρομικής αυτής γραμμής, την οποία με το αίμα των στρατιωτών μας είχαμε καταλάβει.
Η επακολουθήσασα και μέχρι το 1981 περίοδος δεν παρουσιάζει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον από απόψεως δανεισμού, πέραν της παγίας πρακτικής όλων των κυβερνήσεων «να κάνουν μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα», με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η περίοδος όμως κατά την οποία αρχίζει ο Γολγοθάς της σημερινής χρεοκοπίας της χώρας είναι μετά το 1981. Κατά την περίοδο 1981-1989 ο δημόσιος τομέας διευρύνεται εντυπωσιακά. Έτσι οι απασχολούμενοι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει και τις αναρίθμητες προβληματικές δημόσιες επιχειρήσεις, από 300.000 το 1981 θα φθάσουν στους 640.000 το 1989, οπότε το 33,61% των τακτικών εσόδων του κράτους διετίθετο πλέον για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.
Προφανώς η πρώτη Πασοκική περίοδος 1981-1989 έθεσε τις βάσεις για τη σημερινή δραματική οικονομική κατάσταση της χώρας. Όμως τα πράγματα δεν θα είχαν φθάσει μέχρις εδώ αν δεν είχε μεσολαβήσει η διακυβέρνηση του κ. Σημίτη με τη φούσκα του χρηματιστηρίου και τα πολυτελή και απ’ ευθείας ανατεθέντα έργα των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων, η διακυβέρνηση του κ. Καραμανλή, με την «θωρακισμένη οικονομία», η οποία όταν η κρίση είχε κτυπήσει για τα καλά την πόρτα της χώρας μας, εκείνος διπλασίαζε τους μισθούς των δικαστικών, η διακυβέρνηση του κ. Γ. Παπανδρέου με το ασύστολο και χονδροειδέστατο σύνθημα «λεφτά υπάρχουν», η διακυβέρνηση των κ.κ. Σαμαρά – Βενιζέλου με τα δειλά και ψαγμένα, λόγω πολιτικού κόστους, βήματα και τέλος η «πρώτη φορά Αριστερά» διακυβέρνηση του κ. Τσίπρα, η οποία πέραν της ατημέλειας και της απειρίας των υπουργών της, χαρακτηριστική η περίπτωση του κ. Βαρουφάκη, ως υπουργού οικονομικών, συνεπεία των οποίων διεσύρθη διεθνώς η χώρα, επέδειξε τις ίδιες, αν όχι μεγαλύτερες με τις προγενέστερες , επιδόσεις στη διαφθορά.
Περαίνοντας πρέπει να τονίσουμε ότι η πατρίδα μας είναι μια πολύ πλούσια χώρα, με μια θαυμάσια γεωγραφική θέση, ένα εξαίρετο κλίμα, δεκάδες ωραιότατα νησιά, πανέμορφες παραλίες, εξαιρετική κουζίνα και εκλεκτής ποιότητος προϊόντα. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε το υψηλό νοητικό επίπεδο της φυλής μας, το οποίο εκτός Ελλάδος διαπρέπει και τις ανεξάντλητες πράσινες πηγές ενέργειας, ήτοι τον ήλιο και τον άνεμο, η Ελλάδα ασφαλώς κατατάσσεται στις πλουσιότερες χώρες του κόσμου. Το ερώτημα λοιπόν, το οποίο αβίαστα προκύπτει είναι το εξής. Γιατί μια τόσο χαρισματική από τη φύση χώρα, εδώ και διακόσια σχεδόν χρόνια, πηγαίνει απ’ το κακό στο χειρότερο; Γιατί ,εξαιρουμένων των περιόδων που αγωνιζόταν για την ελευθερία της, να δανείζεται, σε σημείο να τελεί υπό την κηδεμονία των εκάστοτε τοκογλύφων της; Γιατί να είναι σήμερα η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που, μετά επτά χρόνια κρίσεως, εξακολουθεί να τελεί υπό το κράτος των μνημονίων, όταν όλες οι άλλες πολύ φτωχότερες από την Ελλάδα πέταξαν τα μνημόνια σε ένα χρόνο; Γιατί τα 200 αυτά χρόνια του ελεύθερου βίου της να είναι ο καλύτερος πελάτης των ευρωπαϊκών τραπεζών, οι οποίες αισχροκερδούν εις βάρος μας, γνωστού όντος ότι κατά τα 200 αυτά χρόνια είναι ζήτημα αν έχομε εισπράξει το 25%, των όσων έχομε δανειστεί;
Για να γίνει αντιληπτό για τι ποσά ομιλούμε, αναφέρουμε ότι μόνο κατά την περίοδο 1994-2010 η χώρα πλήρωσε 571 δισεκατομμύρια ευρώ !!! Ακόμη πρέπει να αναφέρομε ότι από τον πακτωλό των δις ευρώ που εισπράττει η χώρα μετά από κάθε αξιολόγηση, το μεγαλύτερο μέρος πηγαίνει για την πληρωμή των τοκοχρεολυσίων. Αυτός είναι ο λόγος που το δημόσιο χρέος έχει εκτιναχθεί στο ύψος του ΑΕΠ, όταν άλλες πολύ φτωχότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Εσθονία και η Βουλγαρία έχουν δημόσιο χρέος 9,7 και 29,4 του ΑΕΠ αντιστοίχως. Όταν λοιπόν τα δάνεια των τριών σχεδόν εκ. λιρών Αγγλίας τα αποπληρώσαμε μετά από 150 χρόνια, μπορεί να φανταστεί κανείς πότε θα αποπληρωθούν τα σημερινά αστρονομικά ποσά, που μας έχουν φορτώσει οι ξένοι τοκογλύφοι και οι ντόπιοι νταβατζήδες τους.
Και για να μην αφήσουμε αναπάντητο το ερώτημα ποιος ευθύνεται για το διαχρονικό κατάντημα της χώρας, απαντούμε απεριφράστως. «Το εκ γενετής διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα της χώρας. Το σύστημα το οποίο, χάριν της δικής του καλοπέρασης, υποθηκεύει το μέλλον των νέων. Το σύστημα το οποίο κατέστησε το λαό με τη λαμπρότερη ιστορία του κόσμου χλεύη της υφηλίου». Οι λειτουργοί αυτού του συστήματος υπόσχονται τα πάντα όταν είναι στην αντιπολίτευση και δεν κάνουν τίποτε για να διορθώσουν τα κακώς κείμενα. Ξεχνούν πως ο λαός δεν τους ψήφισε για να κρίνουν το χθες, αλλά για να διορθώσουν το τώρα. Η εικόνα του σημερινού Έλληνα διεθνώς αποδίδεται με τον απόλυτα επιτυχημένο χαρακτηρισμό του συγγραφέα και ιστορικού Σαράντου Καργάκου «Έλληνας δεν γεννιέσαι, καταντάς».