Η ΜΑΙΜΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
MONKEY - DONIA
Η ΜΑΪΜΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Του Γεωργίου Β. Κασσαβέτη
Επισμηναγού (Ι) ε.α. – τ. Κυβερνήτου Ο.Α.
Ως γνωστόν, η Γιουγκοσλαβία, ως το 1929, λεγόταν Βασίλειο των Σέρβων. Κατά την επίσημη απογραφή του 1921επι συνολικού πληθυσμού 12.017.323 κατοίκων του Βασιλείου, το 40.2 % μιλούσε σερβικά, το 30,3% κροατικά, το 8,5% σλοβένικα, το 4,3% γερμανικά, το 3,9% ουγγρικά, το 3,7% αλβανικά, το 1,9% ρουμανικά, το 1,3% τουρκικά και το υπόλοιπο 6% περίπου, ιταλικά και διάφορες σλοβένικες διαλέκτους. Σύμφωνα λοιπόν με την πιο επίσημη ιστορική μαρτυρία – την απογραφή - στην εν λόγω γεωγραφική περιοχή, ούτε σλαβομακεδονική γλώσσα, στην οποία έψελνε ύμνους, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο Σλαβικής καταγωγής Πάπας Ιωάννης – Παύλος Κάρολι Βοϊτίλα ομιλείτο, ούτε «Μακεδονία βαθιά ριζωμένη στις καρδιές των κατοίκων της», όπως ψευδέστατα και υποκριτικά ισχυριζόταν ο Κίρο Γλιγκόροφ, υπήρχε, κι ούτε ένας, έστω, περιηγητής, γεωγράφος, ιστορικός, ερευνητής, ή συγγραφέας κατέγραψε ποτέ πρόσωπο, που να δηλώνει ότι ανήκει στη Μακεδονική εθνότητα.
Μέχρι το 1944, οπότε το κομμουνιστικό δίδυμο των Στάλιν και Τίτο θα τη μεταβαπτίσει σε « Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας», η σημερινή περιοχή των Σκοπίων ονομάζετο « Βαρντάρσκα Μπανοβίνα». Δυστυχώς η επικρατούσα στην Ελλάδα κατάσταση την εποχή της δημιουργίας του κρατιδίου (1944), με την εξ’ υφαρπαγής ονομασία, δεν επέτρεπε, δυστυχώς, οποιαδήποτε αντίδραση. Αλλά και όταν το 1949 επήλθε η γνωστή ρήξη Τίτο- Στάλιν, ο Έλληνας Πρωθυπουργός έλαβε εντολή από την αμερικανική κυβέρνηση, η οποία τότε μας βοηθούσε να αντιμετωπίσουμε τους στασιαστές του ΚΚΕ, να μην προκαλέσουμε τον αποστάτη του διεθνούς κομμουνισμού.
Το πρόβλημα ήλθε στην επικαιρότητα μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας το 1989, οπότε το κρατίδιο έγινε αυτόνομο κράτος με το όνομα « Δημοκρατία της Μακεδονίας» και άρχισε η αναγνώρισή του, με πρώτο το Βατικανό, το οποίο αναισχύντως υπεστήριζε ότι δήθεν κατά την αρχαιότητα υπήρχε λαός, σλαβικής καταγωγής στην περιοχή, άσχετος με τους Έλληνες, υπό το όνομα « Μακεδόνες», όταν είναι ιστορικά αποδεδειγμένο, ότι οι Σλάβοι ήλθαν στην περιοχή τον 7ο μ.χ. αιώνα και εκχριστιανίσθηκαν από τους Κύριλλο και Μεθόδιο δύο αιώνες αργότερα. Φυσικά ακολούθησε η αναγνώριση πολλών ακόμη κρατών, μεταξύ των οποίων και οι φίλοι και σύμμαχοί μας Γερμανοί, Άγγλοι και Αμερικανοί.
Η διαχείριση του θέματος από τις ελληνικές κυβερνήσεις, όλα αυτά τα χρόνια έγινε με τόσο σπασμωδικές, απερίσκεπτες και διπλωματικά άστοχες ενέργειες, « λες και εμείς είμαστε οι ένοχοι, λες και εμείς είμαστε οι πλαστογράφοι της ιστορίας», όπως προσφυέστατα είχε πει ο μεγάλος Μανώλης Ανδρόνικος. Η αποπομπή του Υπουργού Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, μετά τη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών της 13ης Απριλίου 1992, αποτελεί το πλέον απτό δείγμα του αλαλούμ που επικρατούσε στο χειρισμό του θέματος, ακόμη κι απ’ την ίδια κυβέρνηση.
Κατά την εν λόγω σύσκεψη απερρίφθη το σχέδιο του Πορτογάλου Υπουργού Εξωτερικών, γνωστό ως « Πακέτο Πινέιρο», το οποίο ήταν ένα καλό κείμενο συμφωνίας, το οποίο προέβλεπε επιβεβαίωση των υφισταμένων συνόρων, δήλωση της κυβερνήσεως των Σκοπίων, ότι θα απείχε από κάθε απαίτηση ή ενέργεια σφετερισμού της ελληνικής επικράτειας και θα απεθάρρυνε κάθε πράξη εχθρικής δραστηριότητος, ή προπαγάνδας. Το πακέτο περιλάμβανε ως συμβιβαστική λύση το όνομα « Νέα Μακεδονία» (New Macedonia). Αιτία της απορρίψεως ήτο ότι περιείχε τον όρο « Μακεδονία». Για τον ίδιο λόγο θα απορριφθεί, ένα έτος αργότερα και το σχέδιο των διαπραγματευτών Σάϋρους Βάνς και Λόρδου Όουενς, το οποίο πρότεινε το όνομα «Nova Makedonija».
Με την ενδιάμεση συμφωνία της 13ης Σεπτεμβρίου 1995, μετά το επιβληθέν υπό της Ελλάδος εμπάργκο, κάθε διαπραγμάτευση για το όνομα παγώνει, θέμα το οποίο βόλευε όλες τις μετέπειτα ελληνικές κυβερνήσεις, οι οποίες έβλεπαν ότι οι στόχοι τους είχαν καταστεί πλέον ανεδαφικοί και ανέφικτοι. Η απόφαση των πολιτικών αρχηγών της 13ης Απριλίου 1992, βάσει της οποίας θα απορρίπτετο κάθε όνομα που θα περιείχε τον όρο Μακεδονία αφ’ ενός και η αδιαλλαξία του γενίτσαρου ( ελληνικής καταγωγής) πρωθυπουργού των Σκοπίων Νίκολα Γκρούεφσκι αφ’ ετέρου, δεν άφηναν περιθώρια για συμφωνία. Πάγια θέση του Γκρούεφσκι ήταν το σλόγκαν «Μεταξύ του ονόματος και του ΝΑΤΟ προτιμούμε το πρώτο».
Στις αρχές του 1993, ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε δηλώσει ότι « σε λίγα χρόνια κανείς δεν θα θυμάται το όνομα του κρατιδίου». Ενώ όμως τα πράγματα ήταν έτσι γιατί δεν προχώρησε σε συμφωνία με τους Σκοπιανούς; Ανεξάρτητα όμως το τι συνέβη όλα αυτά τα χρόνια, το ερώτημα που προβάλλει αβιάστως σήμερα είναι το εξής. Υπό τις ενεστώσες συνθήκες υπάρχουν περιθώρια επιλύσεως του προβλήματος; Κατά την άποψή μας ναι, για τους εξής λόγους:
α. Η Αριστερή κυβέρνηση της Ελλάδος έχει κάθε λόγο να πιστωθεί με την επίλυση του « Μακεδονικού Προβλήματος», το οποίο επί πολλά χρόνια ταλανίζει τη χώρα και να το προσμετρήσει στα ελάχιστα θετικά πεπραγμένα της, κατά τις επόμενες εκλογές. Η επίλυση μάλιστα με μια σύνθετη ονομασία, δεν θα εύρισκε αντιδράσεις από την αξιωματική αντιπολίτευση , η οποία από το 1992 μέχρι σήμερα έχει ρίξει πολύ νερό στο κρασί της.
β. Η σημερινή Σκοπιανή κυβέρνηση φαίνεται διαλλακτική και εν αντιθέσει προς την κυβέρνηση Γκρούεφσκι, έναντι του ονόματος δίδει προτεραιότητα στην είσοδο του κρατιδίου στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή», ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ Μπουγιάρ Οσμάνι δήλωσε μεταξύ άλλων και τα εξής. « Αν δεν ενταχθούμε στο ΝΑΤΟ άμεσα και δεν ξεκινήσει η διαδικασία ένταξής μας στην Ε.Ε. , θα υπάρξουν τραγικές συνέπειες για τη χώρα και την περιοχή».
γ. Οι Αμερικανοί επείγονται να εντάξουν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ, διότι κάθε καθυστέρηση ενδέχεται να οδηγήσει το κρατίδιο στην αγκαλιά της Ρωσίας. Και οι Αμερικανοί έχουν κάθε λόγο για την ένταξη. Πιο συγκεκριμένα, στα όρια Κοσσόβου – Σκοπίων υπάρχει η μεγαλύτερη αμερικανική βάση του κόσμου, υπό την ονομασία Camp Bondsteel, η οποία φιλοξενεί 9.000 Αμερικανούς στρατιωτικούς. Σκοπός της βάσεως πρωτίστως μεν είναι η προστασία του, αμερικανικών συμφερόντων, διαβαλκανικού αγωγού πετρελαίου AMBO (Αlbanian, Macedonian, Boulgarian,Oil ), ο οποίος θα μεταφέρει το πετρέλαιο από το Μπουργκάς της Βουλγαρίας στον Αυλώνα της Αλβανίας, δευτερευόντως δε, ως παρατηρητήριο της εύφλεκτης περιοχής των Βαλκανίων.
Πέραν όμως των ευνοϊκών συγκυριών, υπάρχουν εκατέρωθεν εμπόδια, τα οποία δύσκολα μπορούν να ξεπερασθούν. Οι φόβοι των Σκοπιανών για μια συμφωνία χωρίς τον όρο Μακεδονία συνίστανται στο εξής. Μετά την ανεξαρτητοποίηση του Κοσσόβου είναι ενδεχόμενο να δημιουργηθούν κραδασμοί, οι οποίοι να οδηγήσουν σε απόσχιση των Αλβανών του Τετόβου. Με δεδομένα λοιπόν, πρώτον ότι ο μοναδικός συνεκτικός κρίκος μεταξύ του μωσαϊκού των εθνοτήτων του κρατιδίου είναι το όνομα και δεύτερον ότι η εθνικιστική πολιτική που ακολούθησαν οι Σκοπιανές κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια φανάτισαν την πλειοψηφία του πληθυσμού, δύσκολα θα γίνει αποδεκτή η αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας.
Αλλά και από τη δική μας πλευρά τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Πέραν του γεγονότος ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις έβαλαν πολύ ψηλά τον πήχη των προσδοκιών τους, υπάρχουν σοβαρά προβλήματα στη σύνθετη ονομασία. Π.χ. οι ονομασίες Μακεδονία – Σκόπια, Μακεδονία των Σκοπίων, Μακεδονία του Βαρδάρη, Άνω Μακεδονία, Ορεινή Μακεδονία και Νέα Μακεδονία δεν είναι αποδεκτές, διότι εμμέσως πλην σαφώς νομιμοποιούν τη Μακεδονική εθνότητα και τη Μακεδονική Γλώσσα και κατ’ επέκταση τις αλυτρωτικές βλέψεις του κρατιδίου. Για τους ίδιους λόγους δεν μπορεί να γίνουν αποδεκτές και οι υπό του κ. Νίμιτς προτεινόμενες ονομασίες, Συνταγματική Δημοκρατία της Μακεδονίας, Ανεξάρτητη Δημοκρατία της Μακεδονίας, Νέα Δημοκρατία της Μακεδονίας και Δημοκρατία της Άνω Μακεδονίας.
Μια ονομασία που ενδεχομένως θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από την ελληνική πλευρά είναι «Σλαβομακεδονία ( Slavomakedonija)», η οποία ξεκαθαρίζει ότι αυτοί είναι Σλάβοι, σε αντιδιαστολή προς τους Μακεδόνες Έλληνες. Η ονομασία αυτή μπορεί να γίνει ευκολότερα αποδεκτή και από τους Αλβανούς των Σκοπίων, οι οποίοι δεν έχουν καμιά συναισθηματική σχέση με το όνομα Μακεδονία.
Κλείνοντας θεωρούμε αναγκαίο να πούμε και το εξής. Αν για την Ελλάδα μια συμφωνία, σημαίνει απλώς το κλείσιμο ενός μετώπου, για τα Σκόπια σημαίνει την εκ βάθρων αναβάθμιση του κρατιδίου, με την ένταξή του στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Από το άλλο μέρος, μια επαχθής συμφωνία, όσον αφορά στο όνομα, για μεν την Ελλάδα σημαίνει τη στρέβλωση ενός τμήματος της ιστορίας της, ενώ για τα Σκόπια την απώλεια ενός κλοπιμαίου ονόματος.